Κώδικας Δεοντολογίας Εκπαίδευσης

ΑΡΘΡΟ 1, ΣΚΟΠΟΣ

Ο σκοπός αυτού του κώδικα, είναι:

1.1   Να διερευνήσει τα ηθικά θέματα που αφορούν τις εκπαιδευτικές διαδικασίες.

1.2   Να θέσει κανόνες άσκη­σης της εκπαίδευσης.

1.3  Να ενημερώσει και να προστατεύσει όλους όσους θα φοιτήσουν στο παρόν Κέντρο.

1.4 Να θέσει αρχές καλής συνεργασίας μεταξύ των εκπαιδευτών, ώστε να καλλιεργηθεί κλίμα συμβατό με την φιλοσοφία της Προσέγγισης.

1.5 Να διασφαλίσει την κατά το δυνατόν καλύτερη και δεοντολογική κατάρτιση των σπουδαστών και άρα να διαφυλάξει και να προωθήσει την δεοντολογική άσκηση του επαγγέλματος του συμβούλου.

1.6 Να εφαρμόσει τις δεοντολογικές αρχές των αρμοδίων συλλόγων (ΕΕΣ, ΕΕΨΕ, EAC, ΕΠΒΕ, WAPCEPC) στην εκπαιδευτική διαδικασία.

ΑΡΘΡΟ 2, ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

2.1 Σεβασμός στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα

2.2 Ελευθερία στην μάθηση, προαγωγή της επαγγελματικής γνώσης για τους σπουδαστές και το εκπαιδευτικό προσωπικό

2.3 Ευθυγράμμιση με τις 5 αρχές της δεοντολογίας (Kitchener 1984), αυτονομία, ευεργεσία, μη-βλαπτικότητα, δικαιοσύνη, πίστη

2.4 Συνεχής βελτίωση κι εκσυγχρονισμός του εκπαιδευτικού προγράμματος

2.5 Εχεμύθεια

2.6 Διαφάνεια, ακεραιότητα και δημοκρατικές διαδικασίες

2.7 Ισονομία για όλους τους εκπαιδευόμενους

ΑΡΘΡΟ 3, ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΕΣ/ΤΡΙΕΣ

3.1 Οι εκπαιδεύτριες/ες χρειάζεται να μεταδίδουν τις γνώσεις και την εμπειρία τους, προς όφελος των σπουδαστών/τριων, αλλά και των λοιπών συναδέλφων τους.

3.2  Οι εκπαιδευτές/τριες χρειάζεται να βελτιώνουν διαρκώς τις δεξιότητες, γνώσεις και θέσεις τους, ώστε να διευκολύνουν την γνώση και να προάγουν ένα κλίμα ισοτιμίας και συνεργασίας, πιστό στην φιλοσοφία της Προσωποκεντρικής προσέγγισης.

3.3 Οι εκπαιδεύτριες/ες οφείλουν να ασκούν την συμβουλευτική ακολουθώντας τον κώδικα δεοντολογίας και τον παρόντα κώδικα, με διαρκή εποπτεία, επαγγελματική και προσωπική ανάπτυξη

3.4 Οι εκπαιδευτές/τριες όλων των βαθμίδων οφείλουν να συμμετέχουν στις εκπαιδευτικές εποπτείες, που παρέχει το Κέντρο και στις διάφορες συναντήσεις προσωπικού

3.5 Η αξιολόγηση των σπουδαστών χρειάζεται να διέπεται από δικαιοσύνη, συναίνεση, σαφήνεια και ακεραιότητα και να ακολουθεί τις διαδικασίες του Κέντρου και του παρόντος κώδικα. Οι εργασίες των εκπαιδευόμενων δεν βαθμολογούνται, αλλά συζητιούνται μαζί τους, με την μορφή tutoring, προάγοντας την γνώση, την βαθιά κατανόηση της θεωρίας και την σύνδεση της με προσωπικά βιώματα.

3.6 Οι εκπαιδεύτριες/ες δεν μπορούν να αναλαμβάνουν ρόλο θεραπευτή ή επόπτριας σε εκπαιδευόμενους τους. Αυτό μπορεί να συμβεί, υπό προϋποθέσεις,  μόνο αφού περάσει ένας χρόνος από την πλήρη αποφοίτηση του εκπαιδευόμενου/ης.

3.7 Οι οποιεσδήποτε προσωπικές σχέσεις εκπαιδευτριών/ων με σπουδαστές/τριες της ομάδας που εκπαιδεύουν δεν επιτρέπονται. Σε περίπτωση που συμβεί αυτό, χρειάζεται να ενημερωθούν οι επόπτριες της σχολής, για να παρθούν διορθωτικά μέτρα.

3.8 Οι ερωτικές σχέσεις αποθαρρύνονται μέσα στην εκπαιδευτική ομάδα και δεν συνάδουν με τον κώδικα δεοντολογίας. Αυτό αφορά τόσο στην σχέση εκπαιδευτριών/ων με τους/τις εκπαιδευόμενες/ους, όσο και τις σχέσεις τους με συναδέλφους. Σε περίπτωση που προκύψει κάτι τέτοιο, χρειάζεται να ενημερωθεί άμεσα η δεοντολογική επιτροπή της σχολής, ώστε να παρθούν τα κατάλληλα μέτρα. Ο στόχος της ενημέρωσης, δεν είναι τιμωρητικός, αλλά επανορθωτικός.

3.9 Στην εκπαιδευτική ομάδα προσέγγισης (αφορά την εκπαίδευση στην συμβουλευτική), οι εκπαιδευτές/τριες είναι σταθερές, για να διασφαλιστεί η συνέχεια και η βιωματική διαδικασία με το καλύτερο δυνατό τρόπο. Στα μαθήματα κορμού, ενώ υπάρχει ένας βασικός υπεύθυνος εκπαιδευτής, σταθερός για όλες τις εκπαιδευτικές ομάδες, προσκαλούνται και άλλοι καταξιωμένοι στον χώρο επαγγελματίες, με εξειδικεύσεις, που θα διασφαλίσουν την αρτιότερη κατάρτιση των σπουδαστών/τριών.

3.10 Οι εκπαιδεύτριες/ες διακρίνονται σε τρεις βαθμίδες, αναλόγως της εμπειρίας τους. Στην trainee βαθμίδα ανήκουν οι εκπαιδεύτριες/ες που εκπαιδεύονται επί 3 (τουλάχιστον) έτη σε μια εκπαιδευτική ομάδα. Για να επιλεγεί κάποιος/α σαν trainee χρειάζεται να έχει θεραπευτική εμπειρία, δεοντολογική στάση και προσωπικότητα, που συνάδει με την φιλοσοφία της σχολής και να συμφωνούν για την επιλογή οι senior εκπαιδεύτριες και ο διευθυντής της σχολής.  Μετά την τριετία και με εισήγηση του υπεύθυνου εκπαιδευτή/τριας της ομάδας γίνονται junior, για μια ακόμα τριετία και μετά με την ίδια διαδικασία θεωρούνται senior και έχουν την δυνατότητα να αναλάβουν σαν υπεύθυνες/οι εκπαιδεύτριες/ες μια εκπαιδευτική ομάδα.

ΑΡΘΡΟ 4, ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝΟΙ/ΕΣ

4.1 Οι εκπαιδευόμενοι/ες οφείλουν να ακολουθούν τον Εκπαιδευτικό Κώδικα της Σχολής όπως και τον Κώδικα Ηθικής και Δεοντολογίας. Επίσης οφείλουν να είναι ειλικρινείς στην αρχική συνέντευξη εισαγωγής στο πρόγραμμα. Σε περίπτωση απόκρυψης ουσιωδών στοιχείων, η σχολή επιφυλάσσεται να λάβει μέτρα.

4.2 Οι εκπαιδευόμενοι/ες οφείλουν να είναι ενήμεροι/ες για το περιεχόμενο του Οδηγού Σπουδών.

4.3 Οι εκπαιδευόμενοι/ες καλούνται να σέβονται τους κανονισμούς που θέτει η εκάστοτε Εκπαιδευτική Ομάδα.

4.4 Οι εκπαιδευόμενοι/ες οφείλουν να έχουν εχεμύθεια και να τηρούν το απόρρητο σε ό,τι λέγεται εντός της Ομάδας.

4.5 Οι εκπαιδευόμενοι/ες καλούνται να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους απέναντι στη Σχολή (αναλυτικά στον Οδηγό Σπουδών).

4.6 Οι εκπαιδευόμενοι/ες χρειάζεται στα πλαίσια της εκπαίδευσης τους να κάνουν προσωπική συμβουλευτική και εποπτεία με Προσωποκεντρικό Σύμβουλο, εγκεκριμένο από την σχολή .

4.7 Οι εκπαιδευόμενοι/ες καλό είναι να αποφεύγουν την ανάπτυξη διπλών ρόλων.

4.8 Οι εκπαιδευόμενοι/ες δεν επιτρέπεται να συνάψουν ερωτικές  σχέσεις μεταξύ τους,  και με τους/τις εκπαδευτές/τριες τους. Σε περίπτωση που προκύψει κάτι τέτοιο, οφείλουν να ενημερώσουν άμεσα την σχολή, ώστε να παρθούν τα κατάλληλα μέτρα, για να προστατευτούν όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και να διασφαλιστεί η διαδικασία εκπαίδευσης.

4.9 Οι εκπαιδευόμενοι/ες καλούνται να αποδεχτούν  και να εμπιστευτούν τυχόν αποφάσεις των εκπαιδευτών/τριών. Οι αποφάσεις αυτές, παίρνονται, στον βαθμό του δυνατού, μετά από διάλογο και συναίνεση με τα εμπλεκόμενα μέρη.

4.10 Οι εκπαιδευόμενοι/ες δικαιούνται υποστήριξης από τους Εκπαιδευτές/τριες σε σχέση με τις σπουδές τους και με την διαδικασία της πρακτικής τους. Επίσης δικαιούνται να αντιμετωπίζονται με σεβασμό στην προσωπικότητα και την διαφορετικότητα τους, με ισονομία, δικαιοσύνη και αποδοχή.

4.11 Οι εκπαιδευόμενοι/ες σε περίπτωση διαφωνίας με τους Εκπαιδευτές/τριες έχουν δικαίωμα να απευθυνθούν στην Επιτροπή Δεοντολογίας του Κέντρου, που αποτελείται από τον Διευθυντή του Κέντρου και τις Senior Εκπαιδεύτριες.

ΑΡΘΡΟ 5, ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

5.1 Οι λειτουργικές διαδικασίες της σχολής είναι ξεχωριστές και διακριτές: ο διευθυντής έχει την αποκλειστική ευθύνη της διοικητικής και οικονομικής διαχείρισης. Η ομάδα των εκπαιδευτών είναι υπεύθυνη για την ακαδημαϊκή και εκπαιδευτική διαδικασία, το πρόγραμμα σπουδών και την αξιολόγηση των εκπαιδευόμενων. Και τα δύο μέρη συνεργάζονται στις συναντήσεις προσωπικού για την βέλτιστη λειτουργία της σχολής.

5.2 Η ένταξη εκπαιδευόμενων στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα (εφόσον πληρούνται οι τυπικές προϋποθέσεις, π.χ. ηλικιακό όριο, υποβολή βιογραφικού), γίνεται μετά από συνέντευξη με τους εκπαιδευτές/τριες

5.3 Τα γραπτά αιτήματα (emails) των σπουδαστών πρέπει να απαντώνται από τους εκπαιδευτές τους, το αργότερο εντός 48 ωρών.

5.4 Μία φορά τον χρόνο διοργανώνεται από την σχολή μια «συνάντηση κοινότητας», με συμμετοχή όλου του εκπαιδευτικού προσωπικού και εκπαιδευόμενων από όλες τις τρέχουσες εκπαιδευτικές ομάδες. Ο στόχος της συνάντησης είναι η βελτίωση του προγράμματος (2.4 του παρόντος κωδικα), δίνοντας μια ευκαιρία στους σπουδαστές/τριες  να προτείνουν ιδέες, αλλά και να μοιραστούν οι παλιότεροι την εμπειρία τους με τους νεότερους.

5.5 Οι Εκπαιδευτές χρειάζεται να συμμετέχουν στις τακτικές διμηνιαίες συναντήσεις προσωπικού (ή σε έκτακτες αν παραστεί ανάγκη) και στις εποπτείες εκπαιδευτών/τριών, που παρέχει η σχολή.

5.6 Οι εξωτερικοί συνεργάτες, που προσφέρουν θεραπεία ή εποπτεία στους σπουδαστές/τριες, δεν επιτρέπεται να αναλαμβάνουν άνω των τριών ατόμων από την ίδια εκπαιδευτική ομάδα. Τα διαπιστευτήρια τους ελέγχονται σε τακτά χρονικά διαστήματα, τόσο ως προς την επαγγελματική τους επάρκεια, όσο και ως προς την δεοντολογική τους στάση.

5.7 Οι σπουδαστές/τριες έχουν το δικαίωμα άσκησης παραπόνων. Τα σχόλια τους χρειάζεται να είναι γραπτά και να απευθύνονται στον διευθυντή της σχολής και τον senior εκπαιδευτή τους. Το αίτημα τους, θα εξετάζεται από την δεοντολογική επιτροπή της σχολής, που αποτελείται από τον διευθυντή και τους senior εκπαιδευτές της σχολής. Σε περίπτωση, που το παράπονο αφορά εκπαιδευτή/τρια, αυτός/η ενημερώνεται, εξαιρείται από την επιτροπή δεοντολογίας, αν συμμετέχει, αλλά παρίσταται στην συνάντηση για την εξέταση του παραπόνου, όπου ακούγονται όλα τα εμπλεκόμενα μέρη.

5.8 Ο οδηγός σπουδών ορίζει τις προϋποθέσεις αποφοίτησης. Δίνεται η δυνατότητα αποφοίτησης μέχρι 3 έτη το ανώτερο από την λήξη του προγράμματος. Η παράταση αυτή δίνεται από τους αρμόδιους εκπαιδευτές, για να διευκολύνει τους σπουδαστές σε ειδικές περιπτώσεις και δεν μπορεί να θεωρηθεί κανόνας. Σε κάθε άλλη περίπτωση η εκπαίδευση χρειάζεται να ολοκληρώνεται το αργότερο 1 έτος μετά την λήξη των 3 ετών του προγράμματος.

5.9 Η τελική αξιολόγηση των εκπαιδευόμενων (όπως αναφέρεται και στον οδηγό σπουδών) γίνεται με την διαδικασία αυτό-αξιολόγησης (αξιολόγηση 360ο). Πέραν των προϋποθέσεων που ορίζει ο οδηγός σπουδών, ο/η εκπαιδευόμενος/η χρειάζεται να έχει την έγκριση των εκπαιδευτριών/των του, ότι είναι έτοιμος/η να ασκήσει δεοντολογικά και με επάρκεια το επάγγελμα της συμβουλευτικής. Σε περίπτωση αμφιβολιών, η σχολή μπορεί είτε α) να προτείνει συμπληρωματικά μέτρα εκπαίδευσης είτε β) να αρνηθεί την απονομή πτυχίου, παρέχοντας μόνο μια βεβαίωση παρακολούθησης.